Αρχική

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Ψυχογενής βουλιμία


Ο όρος ψυχογενής ή νευρική ή νευρογενής βουλιμία (bulimia nervosa), ICD-10 F50.2, περιγράφει μια διαταραχή στην πρόσληψης τροφής. 
Η νευρογενής βουλιμία χαρακτηρίζεται από επεισοδιακή υπερφαγία (κατανάλωση πολύ μεγάλης ποσότητας φαγητού σε σύντομο χρονικό διάστημα), η οποία ακολουθείται από την προσπάθεια απαλλαγής από τις περιττές θερμίδες συνήθως μέσω εμετού, καθαρτικών, διουρητικών και υπερβολικής άσκησης.
Οι γυναίκες έχουν εννέα φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιάσουν νευρική βουλιμία από τους άντρες. Εξαιτίας της σχετικά πρόσφατης ταξινόμησης της νευρογενούς βουλιμίας ως ξεχωριστής νοσολογικής οντότητας, τα επιδημιολογικά δεδομένα για τη διαταραχή αυτή είναι περιορισμένα.
Η ετήσια εξάπλωση της διαταραχής έχει υπολογιστεί στο 11,15-13,5 ‰ ετησίως. Το ποσοστό αυτό τριπλασιάζεται όταν συμπεριληφθούν και οι υποκλινικές περιπτώσεις νευρογενούς βουλιμίας. Οι μετρήσεις της επίπτωσης της διαταραχής παρουσίασαν αύξηση μέσα στη δεκαετία 1980-1990, αλλά αυτό πιθανώς να οφείλεται στη βελτίωση της διαγνωστικής μας ικανότητας και όχι σε πραγματική αύξηση των περιστατικών.
Όπως και η ψυχογενής ανορεξία, η βουλιμία εμφανίζεται, κυρίως, σε γυναίκες. Μόνο το 5-10% των πασχόντων είναι άρρενες, η δε ηλικιακή ομάδα στην οποία, συνήθως, παρουσιάζεται η διαταραχή είναι αυτή των 20-24 ετών.
Υπάρχουν μεγαλύτερα ποσοστά διατροφικών διαταραχών σε ομάδες που ασχολούνται με δραστηριότητες που έχουν εξιδανικεύσει ένα αδύνατο σώμα, όπως ο χορός, η ενόργανη γυμναστική, το μόντελινγκ, οι μαζορέτες, το τρέξιμο, το καλλιτεχνικό πατινάζ, η ηθοποιία και η κωπηλασία. 
Η βουλιμία είναι πιο συχνή στους Καυκάσιους.
Τα αντικαταθλιπτικά, ιδιαίτερα οι SSRIs (εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης) χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της νευρικής βουλιμίας.
Η λέξη βουλιμία είναι συνένωση των λέξεων βοῦς (βόδι) και λιμός (πείνα). Στα αρχαία ελληνικά σήμαινε υπερβολικά μεγάλη πείνα και υποδήλωνε μια παθολογική κατάσταση κατά την οποία κάποιος ήταν ικανός να καταναλώσει ένα ολόκληρο βόδι.
Ο όρος νευρογενής βουλιμία εισήχθηκε το 1979 από τον Βρετανό ψυχίατρο Τζέραλντ Ράσελ  για να περιγράψει μια παθολογική οντότητα διαφορετική από τη ψυχογενή ανορεξία. 
Ο εγκεφαλικά προερχόμενος νευροτροπικός παράγοντας (BDNF) είναι υπό έρευνα ως πιθανός μηχανισμός. 
Το μοντέλο του Fairburn εξηγεί τη διαδικασία κατά την οποία ένα άτομο πέφτει στον φαύλο κύκλο και αναπτύσσει βουλιμία. Η υπερβολική ανησυχία για το βάρος σε συνδυασμό με τα χαμηλά ποσοστά αυτοεκτίμησης θα οδηγήσουν σε αυστηρούς, άκαμπτους και μη ελαστικούς διαιτητικούς κανόνες (γνωστικό συμπεριφορικό μοντέλο).  
Στέρηση τροφής 
Η στέρηση τροφής και η αυτοεπιβολή διαιτών αδυνατίσματος που περιορίζουν την ενέργεια που προσλαμβάνεται φαίνεται να προκαλούν επεισόδια υπερφαγίας μόλις το φαγητό γίνει ξανά διαθέσιμο και ψυχολογικές καταστάσεις, όπως εμμονή με το φαγητό και την πρόσληψη τροφής, αυξημένη συναισθηματική ανταπόκριση και δυσφορία, και έλλειψη συγκέντρωσης συμβαίνουν. Με βάση τον περιορισμό πρόσληψης τροφής κατά τη διάρκεια μιας ημέρας, μπορεί να προβλεφθεί η πιθανότητα εμφάνισης κρίσεων υπερφαγίας την επόμενη ημέρα.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της ψυχογενούς βουλιμία είναι:
1.            Επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας που χαρακτηρίζονται από υπερβολική λήψη τροφής μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια
(πχ. μέσα σ' ένα 2ωρο) και από την αίσθηση ότι έχει χαθεί ο έλεγχος.
2.            Το άτομο αντισταθμίζει την παραπάνω συμπεριφορά με το να προκαλεί εμετό, με τη χρήση διουρητικών και καθαρτικών, με δίαιτα και υπερβολική άσκηση.
3.            Τα επεισόδια υπερφαγίας και οι αντισταθμιστικές συμπεριφορές
συμβαίνουν τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα και για 3 μήνες.
4.            Το βάρος και το σχήμα του σώματος παίζει υπερβολικό ρόλο στην αυτοεκτίμηση.
5.            Η ψυχογενής βουλιμία, συνήθως, δεν έχει φανερά σωματικά συμπτώματα, όπως η ανορεξία και μπορεί να περνάει απαρατήρητη από το περιβάλλον. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να διαρκεί πολύ περισσότερο, καμιά φορά για ολόκληρη τη ζωή και μπορεί να αποβεί θανατηφόρα, αφού ο υποσιτισμός προκαλεί σταδιακά βλάβες σε όλα τα ζωτικά όργανα.
6.            Επιπλοκές ψυχογενούς βουλιμίας
•             Χρόνια γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
•             Αφυδάτωση και υποκαλιαιμία, οι οποίες προκαλούνται από τους συχνούς εμετούς
•             Αστάθεια των ηλεκτρολυτών η οποία μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή αρρυθμία, καρδιακή συγκοπή ακόμη και θάνατο
•             Οισοφαγίτιδα ή φλεγμονή
•             Ρήξη των τοιχωμάτων του οισοφάγου
•             Στοματικό τραύμα, στο οποίο η επαναλαμβανόμενη εισαγωγή των δαχτύλων ή άλλων αντικειμένων μπορεί να προκαλέσει τραυματισμούς στην εσωτερική επένδυση του στόματος ή του λαιμού
•             Γαστροπάρεση (καθυστερημένη γαστρική εκκένωση)
•             Δυσκοιλιότητα
•             Στειρότητα
•             Διογκωμένοι αδένες κάτω από το σαγόνι
•             Έλκος
•             Κάλοι ή ουλές στο πίσω μέρος των χεριών από το επαναλαμβανόμενο τραύμα από τους τομείς των δοντιών
•             Συνεχείς αυξομειώσεις βάρους
Η συχνή επαφή των δοντιών και του γαστρικού οξέος μπορεί να προκαλέσει συγκεκριμένα:
•             Σοβαρή διάβρωση των δοντιών
•             Διάβρωση του σμάλτου των δοντιών
•             Διογκωμένους σιελογόνους αδένες
Όπως σε πολλές ψυχιατρικές ασθένειες, μπορεί επίσης να υπάρξουν και παραισθήσεις. Τα άτομα αυτά μπορεί επίσης να υποφέρουν από σωματικές επιπλοκές όπως τετανία, επιληπτικές κρίσεις, καρδιακή αρρυθμία και μυική αδυναμία.
Η ανάπτυξη αυτής της διαταραχής οφείλεται σε μια πολυπαραγοντική δυσλειτουργία, όπου εμπλέκονται ψυχολογικοί, φυσιολογικοί, αναπτυξιακοί και πολιτιστικοί παράγοντες.
Πιο συγκεκριμένα, η χαμηλή αυτοεκτίμηση αλλά και η αδυναμία προσαρμογής και διαχείρισης αγχογόνων καταστάσεων και μεταβατικών περιόδων παίζουν καθοριστικό ρόλο. 
Επίσης, έχουν ενοχοποιηθεί το αυξημένο βάρος κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και η φυσική ή σεξουαλική κακοποίηση. Η ψυχογενής βουλιμία, βέβαια, πολλές φορές μπορεί και να οφείλεται και σε μια γενετική προδιάθεση καθότι έχει βρεθεί αυξημένη εμφάνιση της διαταραχής ή άλλων μορφών ψυχοπαθολογίας σε πρώτου βαθμού συγγένειας των πασχόντων, όπως διαταραχές της διάθεσης και κατάχρηση ουσιών και άλλες συγγενείς διαταραχές πρόσληψης τροφής ή ακόμα και της ίδιας. Τέλος, νευροφυσιολογικά δεδομένα εμπλέκουν τον υποθάλαμο και κεντρικούς νευροδιαβιβαστές, ως δυσλειτουργίες του εγκεφάλου που οδηγούν στην ανάπτυξη της βουλιμίας.
Οι στόχοι στη θεραπεία της ψυχογενούς βουλιμίας είναι η αποκατάσταση κατά κύριο λόγο της διατροφικής δυσλειτουργίας και η έλλειψη ισορροπίας που πλήττει τον μεταβολισμό. Επίσης, πολύ σημαντικό ρόλο παίζει και η τροποποίηση της δυσλειτουργικής σκέψης, συμπεριφοράς και συναισθημάτων γύρω από το φαγητό κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να περιοριστούν και σταδιακά να εξαλειφθούν τα επεισόδια υπερφαγίας, η πρόκληση εμετού και η χρήση καθαρτικών, καθώς και οι υπόλοιπες παθολογικές αντισταθμιστικές αντιδράσεις.
Ο τρόπος αντιμετώπισης περιλαμβάνει, συνήθως, τη συμμετοχή ψυχολόγου, ψυχιάτρου, παθολόγου και κλινικού διαιτολόγου για την αντιμετώπιση της διαταραχής.
Θεραπεία 
Ψυχολογικές θεραπείες 
Υπάρχουν διάφορες εμπειρικά υποστηριγμένες ψυχοκοινωνικές θεραπείες για τη νευρική βουλιμία. 
-Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία η οποία περιλαμβάνει τη διδασκαλία των ασθενών να δοκιμάζουν αυτόματες σκέψεις και να συμμετέχουν σε συμπεριφορικά πειράματα (για παράδειγμα να τρώνε απαγορευμένα φαγητά κατά τις συνεδρίες) έχει επιδείξει αποτελεσματικότητα και με την ταυτόχρονη χρήση αντικαταθλιπτικής αγωγής. Έρευνα προτείνει ότι η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία είναι η καλύτερη ψυχοθεραπευτική θεραπεία για τη νευρική βουλιμία. Μία εξαίρεση ήταν μια μελέτη η οποία προτείνει ότι η διαπροσωπική θεραπεία μπορεί να είναι το ίδιο αποτελεσματική με τη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία, παρόλο που επιτυγχάνει τα αποτελέσματα της αργότερα. Χρησιμοποιώντας τη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία οι ασθενείς καταγράφουν πόσο φαγητό τρώνε και τις περιόδους που κάνουν εμετό με τον σκοπό να αναγνωρίσουν και να αποφύγουν συναισθηματικές διακυμάνσεις που προκαλούν επεισόδια βουλιμίας σε καθημερινή βάση. 
Για να δουλέψει η θεραπεία όλοι οι ασθενείς πρέπει να δουλέψουν μαζί για να συζητήσουν, καταγράψουν και να αναπτύξουν στρατηγικές αντιμετώπισης. Η θεραπεία αυτή με το να κάνει τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν τις πράξεις τους, τους κάνει να μπορούν να σκεφτούν εναλλακτικά. 
-Οι ερευνητές έχουν επίσης αναφέρει θετικά αποτελέσματα για τη διαπροσωπική θεραπεία και τη θεραπεία διαλεκτικής συμπεριφοράς. 
-Η οικογενειακή θεραπεία, επίσης, για τη θεραπεία της νευρικής ανορεξίας έχει δείξει να έχει θετικά αποτελέσματα και είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για τη νευρική ανορεξία σε ασθενείς κάτω των 18 χρόνων και μέσα σε 3 χρόνια από την έναρξη της ασθένειας. 
-Μερικοί ερευνητές έχουν, επίσης, υποστηρίξει ότι υπάρχουν θετικά αποτελέσματα από την υπνοθεραπεία. 
Φαρμακευτική θεραπεία
-Μερικοί ερευνητές έχουν υποθέσει μια σχέση στις αλλαγές διάθεσης και κλινικές μελέτες έχουν διεκπεραιωθεί με τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, αναστολείς μονοαμινικής οξειδάσης, μιανσερίνη, φλουοξετίνη, ανθρακικό λίθιο, νιμιφενσίνη, τραζοδόνη και βουπροπιόνη.
-Ομάδες μελέτης οι οποίες έχουν δει μια σχέση με επιληπτικές κρίσεις έχουν επιχειρήσει θεραπεία με φαινυτοΐνη, καρβαμαζεπίνη και βαλπροϊκό οξύ. 
-Οπιούχοι ανταγωνιστές, όπως η ναλοξόνη και η ναλτρεξόνη που μπλοκάρουν τις επιθυμίες για τυχερά παιχνίδια έχουν, επίσης, χρησιμοποιηθεί.
Έχει γίνει, επίσης, κάποια έρευνα η οποία χαρακτηρίζει τη νευρική βουλιμία ως μια διαταραχή εξάρτησης και προτείνει την κλινική χρήση τοπιραμάτης, η οποία μπλοκάρει τις επιθυμίες για οπιούχα, κοκαΐνη, αλκοόλ και φαγητό.
Νοσηλεία 
Μπορεί να απαιτείται επί ηλεκτρολυτικών διαταραχών, μεταβολικής αλκάλωσης και τάσεων αυτοκτονίας.
Βιβλιογραφία
1.            Τμήμα Ψυχολογίας Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Διαταραχές στην πρόσληψη τροφής.
2.            Lorna A. Champion, Michael J. Power. Adult psychological problems: an introduction. σελ. 107.
3.            Michael J. Gibney, Marinos Elia, Nutrition Society (Great Britain), Olle Ljungqvist (2005). Clinical nutrition. Wiley-Blackwell. σελ. 92.
4.            Zunker, C.B. Peterson, R.D. Crosby, L. Cao, S.G. Engel, J.E. Mitchell, S.A. Wonderlich (Οκτ. 2011). "Ecological momentary assessment of bulimia nervosa: Does dietary restriction predict binge eating?". Behaviour Research and Therapy (Elsevier) 49 (10): 714-7.
5.             Κ. Σολδάτος, Λ. Λύκουρας (2006). Σύγγραμμα ψυχιατρικής. Α´ Τόμος. Αθήνα: Εκδ. Βήτα.
6.             Kaplan, Sadock (2004). Εγχειρίδιο Κλινικής Ψυχιατρικής. Αθήνα: Εκδ. Παρισιάνου.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου