Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Εμβόλιο για τον πνευμονιόκοκκο στα παιδιά


Ανάγκη εμβολιασμού των παιδιών με πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο

 

Ο πνευμονιόκοκκος (Streptococcus pneumoniae) είναι Gram (+) βακτήριο που συνήθως καλύπτεται από πολυσακχαριδική κάψα, που αποτελεί τη βάση της παθογονικότητάς του για τον άνθρωπο. Με βάση την αντιγονική δομή των πολυσακχαριτών της κάψας, έχουν απομονωθεί πάνω από 90 ορότυποι, αλλά υπολογίζεται ότι το 62% των διεισδυτικών πνευμονιοκοκκικών λοιμώξεων οφείλεται στους 10 συχνότερους από αυτούς.
Το βακτήριο αποικίζει το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα και αποτελεί συχνό στοιχείο της φυσιολογικής χλωρίδας του ρινοφάρυγγα των παιδιών (μέχρι 65% σε παιδιά βρεφονηπιακών σταθμών) και σε μικρότερο βαθμό των ενηλίκων (15%). Η διάρκεια της φορείας ποικίλλει και είναι γενικά μεγαλύτερη στα παιδιά. Η μετάδοση γίνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω των αναπνευστικών σταγονιδίων και με αυτοενοφθάλμιση από το αναπνευστικό.
Ο πνευμονιόκοκκος προκαλεί τόσο διεισδυτικές λοιμώξεις, όπως σηψαιμία, μηνιγγίτιδα, βακτηριαιμία, πνευμονία με βακτηριαιμία ή/και εμπύημα, όσο και μη διεισδυτικές λοιμώξεις, όπως οξεία μέση ωτίτιδα, πνευμονία, παραρρινοκολπίτιδα κ.α. Οι μη διεισδυτικές λοιμώξεις είναι βέβαια πιο ήπιες αλλά είναι πολύ πιο διαδεδομένες και αποτελούν αιτία εκτεταμένης χρήσης αντιβιοτικών στην κοινότητα. Επιδημιολογικά στοιχεία από ολόκληρο τον κόσμο δείχνουν ότι η επίπτωση της νόσου είναι μεγαλύτερη στα παιδιά κάτω των 5 ετών και κυρίως στα βρέφη και νήπια ως 2 ετών και κατά δεύτερο λόγο στους ενήλικες άνω των 55-65 ετών.
Στα παιδιά ως 2 ετών η βακτηριαιμία χωρίς σαφή εστία λοίμωξης αποτελεί τη συχνότερη εκδήλωση διεισδυτικής νόσου (70%), ενώ η βακτηριαιμική πνευμονία αναλογεί σε ένα ποσοστό 12-16%.
Στους ενήλικες πιο συχνή κλινική εκδήλωση πνευμονιοκοκκικής λοίμωξης είναι η πνευμονία καλύπτοντας το 36% των περιστατικών πνευμονίας της κοινότητας (CAP) και το 50% των νοσοκομειακών πνευμονιών.
Η οξεία μέση ωτίτιδα αποτελεί ιδιαίτερα συχνή λοίμωξη της παιδικής ηλικίας.Υπολογίζεται ότι μέσα στους πρώτους 12 μήνες ζωής, 60% των βρεφών θα έχουν περάσει τουλάχιστον ένα επεισόδιο οξείας μέσης ωτίτιδας. Ο πνευμονιόκοκκος ευθύνεται για την πλειονότητα των περιπτώσεων μικροβιακής οξείας μέσης ωτίτιδας στα παιδιά και κυρίως, για το πρώτο επεισόδιο σε ηλικία κάτω του έτους, αλλά και στους ενήλικες.
Ο πνευμονιόκοκκος αποτελεί επίσης το κύριο αίτιο βακτηριακής μηνιγγίτιδας τόσο για τα παιδιά <5 ετών όσο και για τους ενήλικες, στους οποίους υπολείπεται μόνο σε περιπτώσεις επιδημικής έξαρσης του μηνιγγιτιδόκοκκου.
Η σημασία του είναι βαρύνουσα σε άτομα υψηλού κινδύνου για εμφάνιση σοβαρών πνευμονιοκοκκικών λοιμώξεων, όπως άτομα με ανοσοανεπάρκεια, ασπληνία ή μειονεκτική σπληνική λειτουργία, νεφρωσικό σύνδρομο, σακχαρώδη διαβήτη, χρόνια πνευμονοπάθεια, κοχλιακά εμφυτεύματα κλπ.
Ο ρόλος των εμβολίων στην πρόληψη της πνευμονιοκοκκικής νόσου
Η πνευμονιοκοκκική νόσος προλαμβάνεται με συστηματικό αντιπνευμονιοκοκκικό εμβολιασμό.
Το 7δύναμο συζευγμένο πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο (PCV-7) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2000 στις ΗΠΑ, ενώ στη χώρα μας κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2004 και εντάχθηκε στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού (ΕΠΕ) το 2006 . Το εμβόλιο περιλαμβάνει τους ορότυπους 4, 6B, 9V, 14, 18C, 19F, 23F. Το όφελος του συστηματικού εμβολιασμού, κυρίως, στα παιδιά <5 ετών, αλλά και γενικότερα στο κοινωνικό σύνολο μέσω του φαινομένου της συλλογικής ανοσίας έχει καταδειχθεί σε πολυάριθμες διεθνείς μελέτες.
Το 2009 εντάχθηκε στο ΕΠΕ το 10δύναμο συζευγμένο πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο (PCV-10), που περιελάμβανε επιπλέον του 7δύναμου τους ορότυπους 1, 5 και 7F, ενώ τον Ιούνιο του 2010 εντάχθηκε το 13δύναμο συζευγμένο πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο (PCV-13), στο οποίο περιλαμβάνονται οι ορότυποι του 10δύναμου και επιπλέον οι ορότυποι 3, 6Α και 19Α, που έχουν αυξημένη παρουσία και στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.
Τα συζευγμένα πνευμονιοκοκκικά εμβόλια σύμφωνα με τa ισχύοντα χορηγούνται σε 4 δόσεις στις ηλικίες 2, 4, 6 και 12-15 μηνών.
Εκτός των συζευγμένων ενταγμένο είναι και το 23δύναμο πολυσακχαριδικό εμβόλιο (PPSV-23) που περιλαμβάνει τους ορότυπους 1, 2, 3, 4, 5, 6B, 7F, 8, 9N, 9V, 10A, 11A, 12F, 14, 15B, 17F, 18C, 19A, 19F, 20, 22F, 23F και 33F και έχει ένδειξη να γίνεται επιπλέον του συζευγμένου και τουλάχιστον 2 μήνες μετά την τελευταία δόση αυτού, σε παιδιά >2 ετών που ανήκουν σε ομάδες με αυξημένο κίνδυνο νόσησης από σοβαρές πνευμονιοκοκκικές λοιμώξεις, όπως προαναφέρθηκε. Μια αναμνηστική δόση PPSV-23 συνιστάται να γίνεται 5 χρόνια μετά την πρώτη δόση στα άτομα αυτά.
Η έγκαιρη έναρξη και ολοκλήρωση του εμβολιαστικού σχήματος με πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο αναμένεται να θωρακίσει τα παιδιά έναντι των πνευμονιοκοκκικών λοιμώξεων.
Πηγή
www2.keelpno.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου