Είναι πιθανόν να προκαλέσει καρκίνο η εξωσωματική γονιμοποίηση;
Γράφει η
Δρ Σάββη Μάλλιου Κριαρά
Ειδικός Παθολόγος- Ογκολόγος, MD, PhD
Η θεραπεία γονιμότητας, πράγματι είναι ένας παράγοντας στην ανάπτυξη γυναικολογικού καρκίνου. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς γιατρός για να καταλάβει πως σε εξωσωματική γονιμοποίησηση αυξάνεται ο κίνδυνος για ορμοεξαρτώμενο καρκίνο.
Φυσικά, όλες οι γυναίκες που θα κάνουν εξωσωματική γονιμοποίηση δεν θα αναπτύξουν καρκίνο του μαστού. Και επίσης, όλες οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού δεν έχουν υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση.
Φυσικά, όλες οι γυναίκες που θα κάνουν εξωσωματική γονιμοποίηση δεν θα αναπτύξουν καρκίνο του μαστού. Και επίσης, όλες οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού δεν έχουν υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση.
Πρέπει να υπάρξει περισσότερη ''αντικειμενική έρευνα'' για την εξωσωματική γονιμοποίηση και τον καρκίνο.
Βέβαια, το τοπίο είναι πολύ θολό και τα συμφέροντα μεγάλα.
Τον Φεβρουάριο του 2013 δημοσιεύτηκε μια αμερικανική μελέτη σε ισραηλινές γυναίκες. Σε αυτή την μελέτη οι γυναίκες που έκαναν η in vitro γονιμοποίηση ( IVF) δεν είχαν αυξημένο τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού και άλλους γυναικολογικούς καρκίνους, αλλά οι ερευνητές ήταν κάπως επιφυλακτικοί με την ερμηνεία των αποτελεσμάτων και το EMEDI πιστεύει πως καλά έκαναν.
Οι διαδικασίες πρόκλησης ωορρηξίας στην εξωσωματική μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο των γυναικών για καρκίνο. Πράγματι πολλές προηγούμενες μελέτες έχουν αποδείξει ότι η IVF νωρίς στη ζωή της γυναίκας συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού και οριακούς όγκους των ωοθηκών (borderline επιθηλιακό καρκίνο ωοθηκών).
Λόγω των θεωρητικών ανησυχιών και αρκετών μεμονωμένων περιπτώσεων καρκίνου ωοθηκών, μετά από την διέγερση ωοθηκών, φαίνεται να υπάρχει μια πιθανή αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου των ωοθηκών σε γυναίκες που εκτίθενται σε φάρμακα που προκαλούν την ωορρηξία. Αυτές οι μελέτες δείχνουν ότι ο κίνδυνος μπορεί να είναι μεγαλύτερος σε γυναίκες που δεν θα μείνουν έγκυες, και σε εκείνες τις γυναίκες που χρησιμοποιείται η κιτρική κλομιφαίνη για περισσότερο από 12 μήνες.
Οι διαπιστώσεις:
-Οποιοδήποτε φάρμακο αυξάνει την δραστικότητα των ωοθηκών μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο καρκίνου των ωοθηκών.
-Πολλές αναφορές περιστατικών γυναικών που έχουν πάρει φάρμακα που προκαλούν ωορρηξία έχουν αναπτύξει καρκίνο των ωοθηκών.
-Αναδρομικές μελέτες σε γυναίκες που έχουν ήδη αναπτύξει καρκίνο των ωοθηκών είχαν λάβει «φάρμακα γονιμότητας σε σχέση με την ομάδα ελέγχου" γυναικών που δεν είχαν λάβει αυτά τα φάρμακα.
-Πολλές αναφορές περιστατικών γυναικών που έχουν πάρει φάρμακα που προκαλούν ωορρηξία έχουν αναπτύξει καρκίνο των ωοθηκών.
-Αναδρομικές μελέτες σε γυναίκες που έχουν ήδη αναπτύξει καρκίνο των ωοθηκών είχαν λάβει «φάρμακα γονιμότητας σε σχέση με την ομάδα ελέγχου" γυναικών που δεν είχαν λάβει αυτά τα φάρμακα.
Προς το παρόν, η αβεβαιότητα καθιστά δύσκολο οι γιατροί να εξισορροπήσουν τους κινδύνους και τα οφέλη των φαρμάκων που ενισχύουν τη γονιμότητα.
Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, είναι χρήσιμο να τεθεί σε προοπτική το πιθανό μέγεθος του κινδύνου καρκίνου των ωοθηκών που συνδέονται με τέτοια θεραπεία. Εάν τα φάρμακα επαγωγής ωορρηξίας επάγουν τον καρκίνο των ωοθηκών, ο κίνδυνος φαίνεται να είναι περίπου 2 έως 3 φορές αυτός του γενικού πληθυσμού.
Η σύσταση του EMEDI είναι ότι σε όλες οι γυναίκες που εξετάζουν τη χρήση των φαρμάκων που προκαλούν ωορρηξία θα πρέπει να εκτιμηθούν πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις από τη λήψη αυτών των φαρμάκων. Επιπλέον, φαίνεται συνετό να ελαχιστοποιηθεί η έκθεση σε αυτά τα φάρμακα, με την προσεκτική εξέταση των λόγων για τη χρήση τους και να μην συνεχίζεται η φαρμακευτική αγωγή για οποιοδήποτε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό, τι μπορεί να αναμένεται όφελος από αυτά.
Για το λόγο αυτό το κάθε ζευγάρι και ο γιατρός τους θα πρέπει να εξετάσει την καταλληλότητα της χρήσης του φαρμάκου που προκαλεί την ωορρηξία, εξατομικευμένα. Αν ληφθεί η απόφαση να χρησιμοποιηθεί ένα τέτοιο φάρμακο θα πρέπει να εκτιμηθεί το χρονικό όριο χρήσης του. Συνήθως, οι ασθενείς δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται για περισσότερο από 4 έως 6 κύκλους χωρίς follow-up από το γιατρό.
Επιπλέον, πριν από την έναρξη φαρμάκων επαγωγής ωορρηξίας, άλλες έρευνες γονιμότητας όπως ανάλυση σπέρματος και δοκιμές για διαβατότητα των σαλπίγγων θα πρέπει να έχουν γίνει για να μειωθεί η πιθανότητα ότι και άλλοι παράγοντες μπορούν να περιορίζουν την επιτυχία της θεραπείας ωορρηξίας.
Επίσης, οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται κάθε μήνα με δοκιμή LH ή διακολπικό υπερηχογράφημα για να εξασφαλιστεί το μέγιστο αποτέλεσμα από το φάρμακο, περιορίζοντας ταυτόχρονα τους κινδύνους και το κόστος. Θεωρούμε ότι η συνεχιζόμενη συνετή χρήση αυτών των φαρμάκων δικαιολογείται σε καλά επιλεγμένους ασθενείς που παρακολουθούνται προσεκτικά και είναι καλά ενημερωμένοι.
Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο μαστού και ωοθηκών, αλλά και τον κίνδυνο για καρκίνου των παιδιών που θα γεννηθούν με εξωσωματική και άλλες είναι καθησυχαστικές.
Στους πιθανούς μηχανισμούς που η θεραπεία γονιμότητας μπορεί να προκαλέσει καρκίνους της παιδικής ηλικίας περιλαμβάνονται επιγενετικές μεταβολές που προκαλούνται από την επανειλημμένη έκθεση σε ορμόνες, την προετοιμασία του σπέρματος, το πάγωμα των εμβρύων και των γαμετών, η χρήση των μέσων καλλιέργειας, οι συνθήκες ανάπτυξης για τα έμβρυα, και η καθυστερημένη γονιμοποίηση.
Σε κάθε περίπτωση η εξωσωματική γονιμοποίηση αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο και πρέπει να γίνεται εξατομικευμένα, πάντα συγκρίνοντας τους κινδύνους και τα οφέλη και πάντα ενημερώνοντας τους ενδιαφερόμενους.
Κάθε εξειδικευμένος Γυναικολόγος πριν προχωρήσει στην έναρξη της θεραπείας, γενικά θα ρωτήσει την γυναίκα σχετικά με περιστατικά καρκίνου στην οικογένεια και ιδιαίτερα για περιστατικά καρκίνου του μαστού σε γυναίκες συγγενείς πρώτου βαθμού, θα της ζητήσει να κάνει έναν υπέρηχο μαστών και/ή μία ψηφιακή μαστογραφία και επίσης, θα της κάνει έναν διακολπικό έγχρωμο υπέρηχο μήτρας και ωοθηκών άμφω. Ο καρκίνος του μαστού και ο καρκίνος του ενδομητρίου ανήκουν στους ορμονοεξαρτώμενους καρκίνους, δηλαδή αν η γυναίκα έχει ήδη καρκίνο (ειδικά στον μαστό) και το αγνοεί, οι ορμόνες, που θα πάρει, θα επιταχύνουν την εξέλιξή του. Πολλοί έχουν ξεκινήσει και προτείνουν γονιδιακή εξέταση για BRCA1 & BRC2,αλλά το αρνητικό αποτέλεσμα δεν αποκλείει τον κίνδυνο.
Γράφει η
Δρ Σάββη Μάλλιου Κριαρά
Ειδικός Παθολόγος- Ογκολόγος, MD, PhD
Δρ Σάββη Μάλλιου Κριαρά
Ειδικός Παθολόγος- Ογκολόγος, MD, PhD
Λ. Γαλατσίου 135 & Μπουμπουλίνας, Γαλάτσι
Τ.Κ.: 111 46
Τηλ: 210 2131940, Κιν: 6974639366
e-mail: sevvimalliou@gmail.com
Ιατρός ΕΟΠΥΥ
Τ.Κ.: 111 46
Τηλ: 210 2131940, Κιν: 6974639366
e-mail: sevvimalliou@gmail.com
Ιατρός ΕΟΠΥΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου